Το τρένο διέσχιζε με μεγάλη ταχύτητα τις βουνοκορφές. Τα λιβάδια έξω καταπράσινα, Οι κατσίκες έβοσκαν ευτυχισμένες το χλωρό χορτάρι και κοίταγαν το τρένο που πέρναγε με ένα μπλαζέ ύφος σνομπισμού...
Στη Β' θέση της αμαξοστοιχίας ήταν μια γηραιά κυρία πολύ παραδοσιακιά να ούμε, μαυροφορεμένη και με μαντίλι. Δίπλα της καθόταν ένας ψηλός κι αγέρωχος Γερμανός, που αμήχανα έπαιζε με τα δάχτυλά του. Στο απέναντι κάθισμα καθόταν ο κύριος Μήτσος, ανηψιός της κυρίας με τα μαύρα και το μαντήλι και παραδίπλα του στο παράθυρο ένας άσχετος Ιταλός...
Το ταξίδι θα συνεχιζόταν χωρίς πρόβλημα αν καθώς πλησίαζαν στο τούνελ δεν ερχόταν εκείνη...
Εκείνη; Ένας κορίτσαρος ίσαμε κει πάνω σαν τα κρύα τα νερά... Με έναν αέρα άλλο πράμα, προκλητικά ντυμένη, τα χείλη της έκαναν ανεπαίσθητες αλλά τόσο παθιάρικες κινήσεις που θα έκαναν 80άρη καλόγερο ν' αμαρτήσει...
Σκέφτεται ο Γερμανός: Ω τι κόμματος...
Σκέφτεται ο Ιταλός: Αυτή θα την καταφέρω στα επόμενα 5 λεπτά...
Σκέφτεται ο Μήτσος: Αυτός ο κορίτσαρος είναι αστεράτος... Μόλις μπούμε στο τούνελ θα της βάλω χέρι...
Μπαίνουν στο τούνελ!
Σκοτάδι πίσσα, άκρα ησυχία... Και σε κάποια στιγμή
ΣΠΛΑΑΑΑΑΑΑΤΣ!!!
ήχος οξύς και δυνατός... τσαντιάς!
Σκέφτεται ο Ιταλός: Ω τον κακούργο τον Έλληνα, πρόλαβε και της χύμηξε άγαρμπα και έφαγε πίτα...
Σκέφτεται ο Μήτσος: Ω τον κερατά τον Ιταλό, της έβαλε χέρι κι έπεσε σφαλιάρα...
Σκέφτεται ο Γερμανός: Ω το μαλάκα τον Έλληνα, χούφτωσε τη γκόμενα κι έφαγα εγώ τη σφαλιάρα κατά λάθος!
και ξάφνου η γηραιά κυρία ακούγεται να φωνάζει:
- ΠΑΡ' ΤΑ ΓΕΡΜΑΝΑΡΑ, ΑΠ' ΤΗΝ ΚΑΤΟΧΗ ΣΤΟ ΧΡΩΣΤΑΓΑ!
Σχόλια από επισκέπτες: