Τα δίδυμα στη μήτρα της μητέρας ήταν απληροφόρητα και δεν ήξεραν στην αρχή. Καθώς περνούσαν οι εβδομάδες, μεγάλωναν. Τα χέρια τους, τα πόδια, τα όργανα άρχισαν να αναπτύσσονται. Εν τω μεταξύ, άρχισαν να παρατηρούν τι συνέβαινε γύρω. Καθώς γνώριζαν όλο και περισσότερο τον άνετο και ασφαλή χώρο μέσα στον οποίο βρίσκονταν, η ευτυχία τους μεγάλωνε. Έλεγαν πάντα το ένα στο άλλο το ίδιο πράγμα:
"Ήρθαμε στη μήτρα, ζούμε εδώ… τι ωραία που είναι. Α, πόσο όμορφη είναι η ζωή"
Καθώς μεγάλωναν, βάλθηκαν να εξερευνήσουν τον κόσμο στον οποίο ζούσαν. Πράγματι, ποια ήταν η πηγή της ζωής; και ψάχνοντας για αυτό, συνάντησαν τον λώρο που τους συνέδεε με την μητέρα τους. Ανακάλυψαν ότι ήταν από αυτό τον λώρο που ζούσαν και τρέφονταν χωρίς προσπάθεια, άνετα και με ασφάλεια.
"Πόσα άφθονη είναι, η χάρη και η στοργή της μητέρας μας! Μας στέλνει όλα όσα χρειαζόμαστε μέσα από αυτόν το λώρο!"
Τώρα που πέρναγαν οι μήνες, τα δίδυμα μεγάλωναν γρήγορα. Με άλλα λόγια, πλησίαζαν όλο και περισσότερο στο "τέρμα του δρόμου". Καθώς παρακολουθούσαν, έκθαμβα, αυτές τις αλλαγές, άρχισαν να λαμβάνουν τα σημάδια της αναχώρησης: να φύγουν, μία μέρα, απ' αυτόν τον κόσμο της ομορφιάς. Άρχισαν να νιώθουν αυτά τα σημάδια ακόμα πιο έντονα καθώς πλησίαζαν στον ένατο μήνα Ένα από τα δίδυμα, νιώθοντας ανησυχία για την κατάσταση, ρώτησε το άλλο:
"Τι γίνεται; Τι σημαίνουν όλα αυτά:"
Το άλλο ήταν πιο γαλήνιο και αυτάρκες. Εξάλλου το μέρος όπου βρίσκονταν δεν τον ευχαριστούσε και ήθελε ένα μεγαλύτερο βασίλειο. Απάντησε: "Όλα αυτά απλά υπονοούν ότι δεν θα μπορέσουμε να μείνουμε σε αυτό τον κόσμο πολύ περισσότερο". Και πρόσθεσε: "Φτάνουμε στο τέλος της ζωής μας εδώ".
"Μα, δεν θέλω να φύγω!" είπε κλαίγοντας το άλλο. "Θέλω να μείνω εδώ για πάντα "
"Δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι για αυτό. Και ίσως, να υπάρχει ζωή μετά τη γέννα".
"Πως μπορεί να είναι αλήθεια αυτό, αν κόψουν τον λώρο που μας δίνει ζωή;" απάντησε το άλλο. "Εάν ο λώρος που μας δίνει ζωή κοπεί, πως θα μείνουμε ζωντανοί πες μου;! …
Και κοίτα! Έχουν ζήσει εδώ και άλλοι πριν από μας και έφυγαν. Κανείς δεν επέστρεψε ώστε να μπορούμε να πούμε ότι υπάρχει ζωή μετά τη γέννηση… Όχι, αυτό θα είναι το τέλος των πάντων…" Αφού είπε όλα αυτά, πρόσθεσε:
"Και ίσως δεν υπάρχει καν μητέρα!"
"Πρέπει να υπάρχει" ανταπάντησε το άλλο. "Πως αλλιώς θα είχαμε έρθει εδώ, πως θα είχαμε επιζήσει;"
"Είδες ποτέ τη μητέρα μας; επέμεινε το άλλο. "Μπορεί να υπάρχει μόνο μέσα στο μυαλό μας. Μπορεί να ήταν δική μας σκέψη, γιατί αυτή η σκέψη μας ευχαριστούσε."
Και έτσι πέρασαν τις τελευταίες μέρες τους στη μήτρα με βαθιά ερωτήματα και συζητήσεις. Ήρθε η μέρα της γέννησης. Τα δίδυμα, όταν άφησαν τον κόσμο της άνεσης, άνοιξαν τα μάτια τους σε ένα άλλο κόσμο… και άρχισαν να κλαίνε από χαρά, γιατί το σκηνικό που είδαν, ήταν πέρα από τη φαντασία τους…
Σχόλια από επισκέπτες: