Η συζήτηση είχε ανάψει και τα πρόσωπά μας φλογισμένα από την έξαψη του ποτού και τις αντιπαραθέσεις επιχειρημάτων, σε μια προσπάθεια όλων μας να υποστηρίξουμε με επιχειρήματα τις απόψεις μας, πείθοντας ο ένας τον άλλο για το δίκιο του. Οι ώρες περνούσαν και ως είθισται, συμπεράσματα δεν έβγαιναν. Διαφορετικές απόψεις, όσες και τα άτομα που απαρτίζουν την παρέα, βλέποντας ένα συγκεκριμένο θέμα πρισματικά, από διαφορετικές πλευρές και υπό γωνίες άλλες ο καθένας, αναλωθήκαμε απλά σε λεκτικές διαφοροποιήσεις για πολλές ώρες.
Αντιστεκόμουν σθεναρά επιχειρηματολογώντας ασύστολα, υπερασπιζόμενος ως άλλος Λεωνίδας τις Θερμοπύλες τη σκέψη μου από τους εχθρούς της που κάποια στιγμή απόκαμαν από την μάχη και άρχισαν να αποσύρονται με την ουρά στα σκέλια. Νόμιζα ότι τους κατατρόπωσα επιτέλους και άρχισα να περιφέρομαι πανευτυχής μέσα στο χώρο, νικητής και τροπαιούχος. Μεθυσμένος καθώς ήμουν από το νέκταρ της νίκης, βεβαίως βοήθησαν "τα μέγιστα" και οι σεβαστές ποσότητες αλκοόλ που είχα καταναλώσει κατά την διάρκεια της βραδιάς, άρχισαν να ξεπετάγονται από τα χείλη μου διθύραμβοι και ωδές βγαλμένες από άλλες εποχές, πιο αγνές και άδολες.
Εκείνη ακριβώς τη στιγμή, της υπέρτατης ευτυχίας μου ήρθε ξαφνικά, σαν κεραυνός που μου έσκασε στο κεφάλι μια ηλιόλουστη μέρα, σαν κεραμίδα από μπαλκόνι πολυκατοικίας ενώ περπατώ στην πλατειά Συντάγματος, ένα συμπέρασμα από κάποιον "κατατροπωμένο εχθρό", έναν ποταπό και δόλιο φίλο μου, ένα συμπέρασμα το οποίο συμμερίσθηκε όλοι οι ομήγυρη.
-Τελικά είσαι ρομαντικός.
Έμεινα αποσβολωμένος να χαζεύω τον λευκό και αψεγάδιαστο τοίχο που έστεκε αγέρωχα απέναντι μου χλευάζοντας με, θαρρείς, κι αυτός. Βαστάτε τούρκοι τ άλογα, ανέκραξα και ένα συναίσθημα οργής με κατέτρεξε ανεβαίνοντας από τα νύχια ως τις τρίχες τις κεφαλής μου, που σημειωτέων έχουν από καιρό αυτοκτονήσει μη αντέχοντας να συνυπάρχουν πάνω σε ένα άδειο από μυαλό κρανίο. Κατακτώντας προς στιγμή την αυτοκυριαρχία μου ρώτησα για πιο λόγο με κατηγορούν προσάπτοντας μου ακόμα ένα ελάττωμα, δεν φτάνουν τα άλλα που έχω συσσωρεύσει μετά από αγώνες, κόπους και βάσανα μέσα στην τριαντατετράχρονη πορεία μου; Εγώ, συνέχισα με αγανάκτηση, δεν εξυμνώ τη διαίσθηση, τα συναισθήματα και το πάθος, απλός τα αναφέρω. Γιατί με κατηγορείτε λοιπόν ότι δίνω έμφαση στην αξία του κόσμου των αισθήσεων βασιζόμενος στην υποκειμενική εμπειρία μου; Δεν αναζητώ ένα ανύπαρκτο κόσμο ούτε εξιδανικεύω το παρελθόν, ούτε αναζητώ ένα ουτοπικό μέλλον.
Αντί για απάντηση μου έκαναν μια πονηρή πρόταση, προκαλώντας συνάμα και τον "ανύπαρκτο εγωισμό" μου (δεν είμαι εγωιστής είπαμε!), γελώντας υποχθόνια κάτω από τα μουστάκια τους (και το κραγιόν τους οι κυρίες), με την φράση "Αν τολμάς περιέγραψε μας σε ένα κείμενο την κοπελιά του μπαρ που πήγαμε χθες". Τόμπολα. Το χειρότερο πράγμα είναι να ξέρεις ότι στο επόμενο βήμα θα πέσεις σε νάρκη αλλά να μην μπορείς να κάνεις πίσω ούτε να σταθείς ακίνητος περιμένοντας τον από μηχανής θεό να σε περάσει απέναντι ασφαλή.
Η παγίδα είχε στηθεί και το θήραμα θα έπεφτε μέσα σαν ποτάμι που καταλήγει στη θάλασσα. Η εκδίκηση είναι ένα πιάτο που τρώγεται κρύο και οι φίλοι μου θα απολάμβαναν και την τελευταία του μπουκιά . Κολλάω τα κομμάτια μου με σελοτέιπ και προσπαθώ να περιγράψω όσο πιο πεζά μπορώ (χε, χε, χε) αυτήν την οπτασία της προηγούμενης νύχτας. Ήταν μια οπτασία λαμπερή μέσα στη σκοτεινιά ενός μακρόστενου χώρου δίπλα στη βοή της πολυσύχναστης λεωφόρου. Ένα φωτεινό πρόσωπο με κόκκινο φωτοστέφανο να το περιλούζει, δύο μάτια πράσινα που χανόσουν μέσα τους ταξιδεύοντας σε επίγειους παράδεισους με πράσινες θάλασσες και γαλανούς ουρανούς. Εκεί που τυφλωνόσουν από τη λευκή της επιδερμίδα, από την λευκή άμμο της παραδεισένιας παραλίας, δροσιζόσουν από την σκιά των βλεφαρίδων της θυμίζοντας σου την δροσιά που σου παρέχουν οι κοκκοφοίνικες.
Την όλη εικόνα συμπλήρωναν δυο φιλήδονα κόκκινα χείλη ολοκληρώνοντας τέλεια την μορφή, που θα πρέπει να έχει, ένας άγγελος που το έσκασε από το παράδεισο για να περάσει μια βόλτα από την νυχτερινή Αθήνα και τα στέκια της. Ο άσπρος της λαιμός, κατέληγε σε καλοσχηματισμένους ώμους που με προκαλούσαν ηδονικά για τρυφερά παιχνιδίσματα. Δυο ολοστρόγγυλα και μεστά στήθη διαγράφονταν προκλητικά, από το λευκό φόρεμα που τύλιγε το τέλειο κορμί της. Αγνοώντας επιδεικτικά όλους τους νόμους του Νεύτωνα περί βαρύτητας, με τις αυθάδικες ρώγες να πετάγονται κοιτώντας σε υποτιμητικά στα μάτια. Ένα χαμόγελο πάνω στο ύφασμα, στο ύψος της κοιλιάς, άφηνε να φανεί πρόστυχα η καλοσχηματισμένη τρυπούλα του αφαλού της. Η αέρινη κίνησή της πίσω από την μπάρα δημιουργούσε κύματα ρίγους σε όλους τους τυχερούς θνητούς που παρακολουθούσαν αυτή την επίγεια Θεά, την αιθέρια ύπαρξη να ιερουργεί, σερβίροντας το "αθάνατο νερό" με τα χέρια της...
Σπονδή σε μια νεράιδα που είχα την ευτυχία να γνωρίσω επιβεβαιώνοντας την παρουσία τους στο κόσμο μας.
Σχόλια από επισκέπτες: